Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023

Τα τραγούδια και τα γέλια...

Ήταν κατά τις 9.00 το βράδυ κι αποφάσισα να κάνω ένα διάλειμμα. Κατέβηκα γρήγορα τα σκαλιά από το μικρό σπιτάκι που δουλεύω και το πρώτο που μου έκανε εντύπωση είναι πως έλειπαν τα κλειδιά πίσω από την πόρτα…Μα που διάολο τα έβαλα πόσο χαζή είμαι σκέφτηκα…κι ύστερα είδα το ανοιχτό παράθυρο, τα γλαστράκια όλα στοιβαγμένα σε μιαν άκρη, ταραγμένη έκλεισα το παράθυρο γιατί έξω είχε σκοτάδι πυκνό μην μπει κανείς κι ήταν σαν να μούδιασε το μυαλό μου… σαν αστραπή, μια σκέψη…Κάποιος μπήκε. Άνοιξα την εξώπορτα και βρήκα την τσάντα μου πεταμένη κάτω και τα πράγματα ανάκατα και τα κλειδιά στο χώμα…ανασήκωσα το βλέμμα ψάχνοντας στο σκοτάδι. Το αμάξι! Έλειπε το αμάξι…

Πόσο ανόητη ήμουν και δεν είχα τα κλειδιά μαζί μου είπα δυνατά  κι ο πρώτος αστυνομικός που ήρθε αμέσως μετά το συμβάν με κοίταξε έντονα «Δεν φταίτε εσείς για αυτό που έγινε.» Μου είπε. «Δεν έχετε καμία ευθύνη που κάποιος παραβίασε το χώρο σας.» Με ξάφνιασε τόσο, που συγκινήθηκα.

Δεν φταις εσύ… Πόσο σημαντικό καμιά φορά να μας το υπενθυμίζουν.

Ακολούθησε μια βραδιά δύσκολη στο τμήμα, καταθέσεις και ταυτόχρονα άνθρωποι που περίμεναν για συνάντηση κι έπρεπε να ενημερωθούν…

Δεν πρόλαβα να λυπηθώ ή να θυμώσω….γιατί μπαίνοντας στο σπίτι αργά το βράδυ έμαθα για την πτώση του Fandom και έμεινα αποσβολωμένη με τη σκέψη πως δυο παλικάρια χάθηκαν…κι ήθελα μόνο να μιλήσω στους γιους μου, να κουκουλωθώ κάτω από το πάπλωμα και να κοιμηθώ βαθιά για να μην σκέφτομαι, να μην φέρνω στο νου μου το άγριο εκείνο συναίσθημα πως κάποιος με κοιτά μέσα από το σκοτάδι.

Να μην σκέφτομαι την απόγνωση πως δυο οικογένειες θρηνούν τα λατρεμένα τους πλάσματα και πως η ζωή είναι σκληρή, σκληρή και παράξενη….που μέσα στη βαρυχειμωνιά του ενός, ξεπροβάλει η μια γεμάτη υποσχέσεις  άνοιξη του άλλου.

Ακολούθησαν ημέρες έντονες με μια απόλυτη αίσθηση ευγνωμοσύνης να κυριαρχεί. Το να γίνεσαι το επίκεντρο μια διάρρηξης και να βγαίνεις αλώβητος χαρίζει μια κάθαρση. Τηλέφωνα δύσκολα, ασφάλειες, σήμανση, ταυτόχρονα τρέξιμο με τη δουλειές και τις υποχρεώσεις όλων μας και η σκέψη πως κάτι τόσο δικό μας είναι σε ξένα χέρια… μα η ζωή κυλά και δεν τη νοιάζει αν μπορείς, αν αντέχεις, αν θέλεις, αν κουράστηκες…η ζωή κυλά ανάμεσα σε ανθρώπους και προβλήματα και νέα συνήθως δύσκολα που μαθαίνω πάντα πρώτη… «ο μπαμπάς μπήκε στο νοσοκομείο, η μικρή αρρώστησε, έφυγα από το σπίτι, με χαστούκισε»…κι ανάμεσα σε αυτά, ο θρήνος για τα δυο παλικάρια χάθηκαν πετώντας!

Που να το ξέρες μεγαλώνοντας τα ελευθέρα κι ευτυχισμένα να σχίζουν τους ουρανούς πως οι ίδιοι αυτοί ουρανοί μια μέρα λαμπερή θα  σου τους κλέψουν!

…και μέσα σε όλα ένα προγραμματισμένο ταξίδι. Φοβάμαι δεν θέλω να πάω μετά από όλα αυτά! Το τρελό αγόρι επέμεινε…έλα θα μας βοηθήσει να ξεχαστούμε…Την επόμενη ημέρα στην αυλή του μικρού σπιτιού,  κάτω από το δέντρο των ευχών βρήκα πεταμένα τα πράγματα μου. Πορτοφόλια, χαρτιά, ταυτότητες…άχρηστα σε εκείνους μα σημαντικά σε εμένα… Ψέλλισα μέσα μου ένα διστακτικό ευχαριστώ! Κι ακολούθησε ένα  τηλεφώνημα τα ξημερώματα. Το αμάξι βρέθηκε. Η καταστροφή  της μηχανής ολική, μα το κουφάρι του βρέθηκε.

Και φύγαμε. Νομίζεις πως θα ανέβεις σε ένα αεροπλάνο και θα τα αφήσεις όλα πίσω μα όλα όσα είναι εκεί πίσω είναι η δική σου ζωή. Τριγυρνάς ξέγνοιαστος και κοιτώντας τους ξέγνοιαστους ανθρώπους γύρω σου νιώθεις πως είναι πιο ξέγνοιαστοι, πιο ήρεμοι, πιο ευτυχισμένοι από εσένα…ίσως και να είναι…τι σημασία έχει. Ο καθένας ζει τη ζωή του κι εκείνοι ίσως σε κοιτούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο χαρούμενη να φωτογραφίζεις τα αγάλματα και να πίνεις τον καφέ σου σε πλακόστρωτες μικρές πλατείες…

Έτσι είναι, μας μπερδεύει πάντα η εικόνα…κανείς δεν βλέπει τη φουρτούνα του άλλου….και περπατάμε δίπλα δίπλα μαζί και τόσο μόνοι…

Διαπιστώνω πως περπατώ πάντα γρήγορα, πάντα βιαστικά, ακόμη και τώρα που ο χρόνος είναι όλος δικός μου. Ακόμη και ως τουρίστρια τρέχω να προλάβω το μετρό, το μουσείο ανοιχτό, τον καφέ, τα μαγαζιά, τις πλατείες…έχω μάθει να τα κάνω όλα βιαστικά και προσπαθώ να αντιγράψω τα  αργά βήματα του αγοριού μου που μελετάει νωχελικά τον χάρτινο χάρτη καθώς εγώ ανυπομονώ κοιτώντας την κόκκινη πινέζα του εικονικού χάρτη στην οθόνη του κινητού μου, «υπάρχει κι ο γρήγορος τρόπος» του λέω δεικτικά, μα με αγνοεί και τον ευγνωμονώ για αυτό! Εγώ πάντα βιάζομαι ενώ ταυτόχρονα διαβάζω μηνύματα…

«Φοβάμαι τα αποτελέσματα η κορτιζόνη δεν με έπιασε», «η μαμά είναι χάλια, φοβάμαι μην πήρα λάθος απόφαση», «το μωρό δεν κατεβαίνει και φοβάμαι να περιμένω κι άλλο» …φοβάμαι, φοβάμαι, φοβάμαι…πόσα φοβάμαι γραμμένα σε μια οθόνη. Και γύρω μου ο ήλιος, οι χαμογελαστοί άνθρωποι, μια πόλη ολοζώντανη κι εγώ μέσα της. 



Μια πόλη γεμάτη ιστορία…για όλους τους λάθος λόγους όπως λέγαμε γελώντας. Το μουσείο ολοκαυτώματος, η τοπογραφία τους τρόμου, το Charlie point, η πλατεία Bebelplatz όπου οι ναζί έκαψαν τα βιβλία, το τείχος που χώριζε ένα έθνος στο δυο… Η ιστορία της ανθρωπότητας ολόκληρης σε μια πόλη…μια πόλη πανέμορφη και μαγική. Κάθε γωνία, κάθε πλατεία, κάθε δρόμος γεμάτος ιστορία. Μια ιστορία σκληρή, δύσκολη, άλλες φορές αδιανόητη…Στο μνημείο ολοκαυτώματος  σαν να πάγωσε το μέσα μου. Η βροχή ασταμάτητη το τοπίο γκρίζο. Περιμέναμε στην ουρά της εισόδου, άνθρωποί σκυφτοί, σιωπηλοί, αμίλητοι κι η βροχή έπεφτε πάνω μας…γινόμασταν μούσκεμα μα κανείς δεν κουνιόταν. Σαν το μνημείο το ίδιο να μας γέμιζε με εκείνο το συναίσθημα. Ξάφνου έρχεται δίπλα μου μια γυναίκα με κοιτά βαθιά. Φορά ένα μπλε παλτό και τα μάτια της έχουν χρώμα από κεχριμπάρι. Κρατά μια ροζ ομπρελά και με βάζει κάτω από αυτή. Την κοιτάζω ξαφνιασμένη, χαμογελώ και πιάνω το μπράτσο της αγκαζέ. Κοιταζόμαστε κολλημένες η μια δίπλα στην άλλη σαν να γνωριζόμαστε… Catalunya Barcelona μου λέει σιγανά. Thessaloniki Greece της απαντώ. Άχρηστα τα ονόματα. Αυτό που μας ένωνε ήταν το είδος μας. Η ταυτότητα μας μία. Άνθρωποι….

…μπροστά σε ένα μνημείο για την χαμένη ψυχή της ανθρωπότητας…




Στο μουσείο ολοκαυτώματος απόλυτη σιωπή, φώτα χαμηλά, και μια αίσθηση σύνδεσης και πόνου…Πόνου αδιανόητου. Την ιστορία την ξέρουμε μα πάντα ξαφνιαζόμαστε. Μα πως είναι δυνατόν Θεέ μου πως είναι δυνατό!!!Ακατανόητα όλα όσα έβλεπα και διάβαζα…ακατανόητα, αδιανόητα κι ασύλληπτα. Αυτά που ο νους δεν χωρά δεν μπορεί να τα καταλάβει…Αυτό έβλεπα στις φωτογραφίες των ανθρώπων με τα μάτια ορθάνοιχτα. Ένα συναίσθημα παράξενο σαν αυτό που έχουν τα τρομαγμένα ζώα. Σαν το λογικό μυαλό δεν χωρά τίποτα από όσα συμβαίνουν και το προβάδισμα παίρνει το αρχέγονο ένστικτο που νιώθει εγκλωβισμένο.  Διάβαζα τα γράμματα…τα τελευταία γράμματα που έγραφαν γονείς στα παιδιά τους, παιδιά στους γονείς τους, αγαπημένοι σε αγαπημένους, ξέροντας πως δεν θα διαβαστούν από εκείνους, γράμματα που δεν θα έφταναν ποτέ στον προορισμό τους, κι όμως η αίσθηση πως τους μιλούσαν μέσα από αυτά  ήταν συγκλονιστική… «τι καλά να μας αφήναν να ζήσουμε μαζί», «δεν θα ξαναδώ τα μάτια σου» «να μπορούσα να σε σφίξω στην αγκαλιά μου» «αντίο για πάντα» «πως να ξεχάσω τα αδιανόητα που είδαν τα μάτια μου», «μείνε δίπλα στον αδερφό σου και μην φοβάσαι» «προσπάθησε να βρεις τη γιαγιά»…. Γράμματα σε όλες τις λέξεις του κόσμου και στα ελληνικά….Το παράλογο. Αυτό ήταν το παράλογο! Κουνούσα το κεφάλι να φύγουν οι εικόνες...Πως να κατανοήσεις το παράλογο...

Άραγε ενωθήκαν; Άραγε οι ψυχές τους συναντήθηκαν ξανά μέσα στο χρόνο; Άραγε βρήκαν ο ένας τον άλλο; Αγκαλιάσθηκαν ξανά;

Έκλαψα με μια εσωτερική φωνή σπαρακτική. Κι ύστερα βγήκα στο φως…στο χρωματιστό Βερολίνο, στα χαρούμενα μηνύματα των γιων μου στο κινητό…η ζωή δεν ξέρει. Δεν περιμένει να περάσει ο πόνος σου η ζωή κυλά….





Κι ύστερα…«…δεν θα το πιστέψεις, η μαμά πέθανε» ήρθε στην οθόνη του κινητού μου μέσα στο μετρό και φώναξα δυνατά «όοοοοχιιι» οι άνθρωποι με κοίταξαν για μια στιγμή, με ενδιαφέρον, περιέργεια κι ύστερα συμπόνια γιατί είδαν την λύπη μου. Δεν ήταν δική μου λύπη μα δική της γιατί ήξερα πως ένα πλάσμα αγαπημένο έπρεπε να αποχαιρετήσει το γονιό του. Με αγωνία περίμενα να βγούμε από το τούνελ για να την καλέσω. Μια φωνή σπασμένη μα ψύχραιμη από την αδρεναλίνη του σοκ. «Οδηγώ» μου είπε, «φεύγω από το νοσοκομείο, σαν να μην είμαι εγώ…πως θα το πως στους άλλους; Απίστευτο, απίστευτο μόλις χθες ήταν όλα αλλιώς…»

Θα το πεις. Θα βρεθούν τα λόγια κι οι λέξεις …κι η ζωή κυλά…σε μια σκοτεινή σήραγγα μαζί με εκατοντάδες άλλους και σιωπηλά περιμένουμε τον επόμενο σταθμό…

Επιστροφή και χαρά κι αγκαλιές και η καθημερινότητα σε σκεπάζει σαν κύμα. Σαν πέφτει ο ήλιος κι είμαι μόνη στη δουλειά  πλησιάζει ένα τσίμπημα, ένας φόβος…μια αίσθηση πως εκεί στα σκοτάδια κάποιος κρύβεται… Ο φόβος παραμονεύει μα δεν με νοιάζει να φοβηθώ. Πρέπει να γίνω πιο προσεκτική. Το ξέρω. Είναι χρέος μου το να είμαι προσεκτική.

Τηλέφωνα μηνύματα άνθρωποι με αγωνίες και ένα τηλέφωνο που παρόλο που δεν μπορώ να απαντήσω, επιμένει, επιμένει. Το σήκωσα. Τα αποτελέσματα που περιμέναμε  είναι άσχημα, άσχημα, άσχημα γαμώτο!!!!… Βγήκα από μια συνάντηση για να μιλήσω μαζί της και να της πως βλακείες… «Ένα βήμα τη φορά, δώσε χρόνο στον εαυτό σου, μην μένεις μόνη….». Εκείνη συντετριμμένη, παγωμένη, καμία λέξη δεν την ανακουφίζει...θρηνεί, για την απλότητα της ζωής που έχασε σε μια στιγμή! Μιλά σαν ρομπότ, το ήξερα ψιθυρίζει θυμωμένη. Το ήξερα!!!

Μουδιασμένη φοράω ένα χαμόγελο και συνεχίζω…την επόμενη ημέρα η οθόνη του κινητού ανάβει ξανά…μέσα από το νοσοκομείο πια, έρχεται ένα ακόμη μήνυμα της «…η ζωή είναι ένα party, δεν θα βγω από τον κύκλο, θα συνεχίσω το χορό, πότε γρήγορα πότε αργά…η ζωή ξέρει…»

Που σας βρήκα όλους εσάς τους τρελούς, μαγικούς ανθρώπους. Πως βρεθήκατε στο δρόμο μου και μου τον γεμίσατε φως. Τι πλάσματα, τι τρελά ξωτικά είστε…

Βάζω τα χέρια μου χούφτες στο πρόσωπο μου και κλαίω απαρηγόρητη σαν παιδί. Ξάφνιασμα, χαρά και πόνος. Θαυμασμός και θλίψη. Αγωνία και σεβασμός…. Ένα πλατύ χαμόγελο στη ζωή που κυλά κι η μεγάλη μυγδαλιά στο απέναντι χωράφι άνθισε ξανά. Ο παγωμένος βοριάς της έκαψε τα κλαδιά μα εκείνη αντιστέκεται. Όχι από πείσμα, από πίστη! Αυτό ένιωσα σαν την κοίταζα. Γυναίκα αγέρωχη μέσα από το γεμάτο σπαραγμό βλέμμα της. Αγέρωχη σαν την ροζ μυγδαλιά, αποχαιρέτησε τη ρίζα της την ίδια και παρόλα αυτά στέκει ολόρθη στο βοριά…Δεν θα με ρίξεις. Ακούς; Ποτέ!!!Όχι από πείσμα στο θάνατο μα από πίστη στην ζωή….Πόσος θαυμασμός για τη γυναίκα ετούτη. Για τον κάθε άνθρωπο που αντιστέκεται…για κάθε παγωμένη μυγδαλιά!

Πίστη λοιπόν...και πριν προλάβουμε να ξεφυσήσουμε από ανακούφιση,  ήρθε ο σεισμός….και θυμηθήκαμε πάλι την ταυτότητα μας. Άνθρωποι…

Πόσος πόνος σε λίγες μόνο μέρες…Σε λίγες μόνο μέρες αγαπημένοι κι αυτή είναι η ζωή μας…και κυλά. Ήταν πάντοτε τόσο αδιανόητα δύσκολη; Πάντα τόσο σκληρή; Πάντα τόσο βίαιη; Άσε μας να πάρουμε μια ανάσα σκέφτομαι καμιά φορά. Άσε τους ανθρώπους να ανασάνουν. Σε παρακαλώ μια ανάσα και σκέφτομαι εκείνους που χάθηκαν θαμμένοι ζωντανοί περιμένοντας…περιμένοντας μια βοήθεια. Περιμένοντας με πίστη …. κι ύστερα ξεκίνησε η δίκη του Άλκη. Το παράλογο ξανά. Το αδιανόητο. Οι γονείς  γενναία φαντάσματα. Αγέρωχοι. Μυγδαλιές στον σκληρό βοριά... συναντηθήκαν με τους γονείς της Εμμανουέλας…άραγε τα υπέροχα πανέμορφα παιδιά τους αντάμωσαν κάπου εκεί μακριά;

Σκέψεις, λέξεις κι ένα κινητό μόνιμα ανοιχτό και το βράδυ ένα ακόμη μήνυμα φώτισε και πάλι την οθόνη. Αχ αυτή η οθόνη… «έχουμε συρρίκνωση του όγκου, ο γιατρός είπε πως μιλάμε για ίαση!!!»κι από κάτω καρδούλες γέλια φως και χαρά! Αχ άνθρωποι πόσα θαύματα έχω ζήσει μαζί σας….στη βαρυχειμωνιά του ενός, βλέπω την άνοιξη ενός άλλου...

Πόσο αδιανόητη είσαι ζωή. Πόσο αδιανόητη…

Κι όσο τα γράφω αυτά ακούω μουσική και να αυτή ακριβώς τη στιγμή, παίζει αυτό ακριβώς το τραγούδι… 
«…είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά
μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψαμε βαθιά
κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς
ομορφονιά που δεν σε κέρδισε κανείς…»
Χαμογέλασα. Αχ ομορφονιά τι μηνύματα μου στέλνεις!

 Ξάπλωσα στο κρεββάτι και τα έκλεισα όλα. Οθόνες, μηνύματα, σκέψεις. Ξάπλωσε δίπλα μου το μικρό μου αγόρι…δεκάξι. Δεν είναι πια παιδί! Με κοιτά σιωπηλά στα μάτια και ξέρει. Δεν μπορεί να διανοηθεί μα ξέρει…Μου κρατά τρυφερά το χέρι.

"Σκέφτομαι το αμάξι"… ψιθυρίζει.

"Κι εγώ" του απαντώ…"λυπήθηκα για το αμάξι μα μην σε νοιάζει καλέ μου, δεν έχει σημασία το αμάξι"…του απαντώ συμβατικά σαν μαμά. Μα εκείνος είναι ήδη πιο ώριμος από τη δική μου απάντηση..

"Μπα…εγώ δεν λυπάμαι για το αμάξι. Σκέφτομαι τα τραγούδια και τα γέλια μαμά…Αυτά που ζήσαμε σε αυτό το αμάξι!"

Γύρισα το κεφάλι ξαφνιασμένη.  Ο γιος μου ο πολύτιμος! Τι έκφραση! Τα τραγούδια και τα γέλια…Ένα χαμόγελο για κάθε τραγούδι κι ένα δάκρυ για κάθε γέλιο!!! Αυτά είναι δικά μας. Αυτά δεν μπορεί να μας τα πάρει κανείς!!! Τα πρώτα ακούσματα, "ο κύριος γκρινιάρης" κι "η αρκούδα καφέ που τρέχει με τον ξύλινο μπουφέ", "το χρυσάνι φούρφουρο" και "το χοντρό μπιζέλι" που χόρευαν καθισμένοι στα παιδικά τους καθισματάκια,  "το λιωμένο παγωτό που κυλάει στο χέρι", "το despasito" τέρμα κι όλοι μαζί να χορεύουμε τρελαμένοι και ",το Freddie να μας τρελαινει με το "dont stop me now", το τρυφερό "κρουαζιέρα θα σε πάω" και "εσύ είσαι το τυχερό μου αστέρι" ή το λατρεμένο, "ας ήταν όλη η ζωή μου σαν και σήμερα" και μετά όλοι μαζί "ακόμα κι αν με στήσουν στο απόσπασμα θα δραπετεύσω, θα δραπετεύσω…γκα γκαν γκα γκανννν"… και δώστου γέλια...

ω! Θεέ μου πόσες αναμνήσεις  τα τραγούδια και τα γέλια, τα καλοκαίρια πηγαίνοντας προς τη θάλασσα με τα παράθυρα ανοιχτά και τον αέρα να μας ανακατεύει τα μαλλιά. Τραγουδούσαμε δυνατά την Ευλαμπία και γελούσαμε καθώς τα κεφάλια μας χτυπούσαν στον ουρανό σαν πέφταμε σε λακκούβες. Τα ταξίδια στη  Γερμανία να δούμε την γιαγιά και τον παππού, όπου διασχίζαμε την Ευρώπη και  γελούσαμε ευτυχισμένοι τραγουδώντας το Feliz Navidad γελώντας  δυνατά και πειράζαμε ο ένας τον άλλο και χιόνια και θάλασσες και βουνά και περιπέτειες και εμετοί και φωνές και βαρεμάρα για το πότε θα φτάσουμε και πόρτες κοπανισμένες από νεύρα και τρεχάλες για να προλάβουμε σχολεία, δραστηριότητες, φροντιστήρια και αγωνίες μέχρι να φτάσουμε στο νοσοκομείο ή στην παιδίατρο μετά από μικροατυχήματα, πόνους  ή ακατέβατους πυρετούς, οι επικοί μας καυγάδες, οι πρώτες βόλτες με τα κουτάβια μας κι οι τελευταίες μαζί τους σαν γίναν παππούληδες που με πόνο αποχαιρετήσαμε, οι στοιβαγμένοι φίλοι για διανομές στα σπίτια μετά από πάρτι…όλα με εκείνο το αμάξι, με την σχάρα των ποδηλάτων μόνιμα πάνω του. Ετοιμοπόλεμο. Το μεγάλο παλιό κουρασμένο μας αμάξι,  που ήξερε να μας χωράει και να μας αντέχει και να μας ταξιδεύει μακριά…γεμάτο με τα τραγούδια και τα γέλια μας!

Γιατί κι αν όλα φύγουν…αυτά δεν θα φύγουν ποτέ! Τα τραγούδια και τα γέλια να ταξιδεύουν στο σύμπαν, σε διαστάσεις διαφορετικές σε άλλους χρόνους όταν τίποτα από όλα όσα είμαστε ή κάνουμε δεν θα έχουν σημασία, όταν εμείς δεν θα είμαστε καν εδώ!

Τα τραγούδια και τα γέλια  αγαπημένοι… που χαράχτηκαν βαθιά σαν λατρεμένες μικρές πληγές και μας θυμίζουν πως ναι! Έχουμε υπάρξει ευτυχισμένοι!!! Τα τραγούδια και τα γέλια που θα μεταφερθούν στο άπειρο από γενιές που ποτέ δεν θα γνωρίσουμε μα κι αν γνωρίζαμε θα αγαπούσαμε βαθιά!

Ένας ήλιος μπήκε από το παράθυρο, χειμωνιάτικος δυνατός. Η αντανάκλαση του στον καθρέφτη τον έστειλε πάνω μου και μου γέμισε τα μάτια λάμψη και φως!


Σας ευχαριστώ που είστε εδώ…γενναίοι μου! Αθάνατοι…με τα τραγούδια και τα γέλια μας…
Καλημέρα εκεί έξω!!!
                                                                                                                     Κατερίνα



Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2023

Ζωντανοί...

Θα κάνω σαν να μην πέρασαν μήνες από τότε που έγραψα τελευταία φορά Θα κάνω σαν να έγραψα μόλις χθες…λίγες μόνο μέρες πριν και δεν θα γράψω πως στα δώδεκα χρόνια πια που υπάρχει αυτό το blog είναι η πρώτη φορά που πήρα τόσο μεγάλη απόσταση από αυτό.

Με έβαλε σε σκέψεις αυτή η απόσταση…μήπως μου τέλειωσαν οι ιστορίες; Μήπως είπα όλα όσα είχα να πω: Μήπως στέρεψαν οι λέξεις;

Κι ύστερα, βλέπω μια σταγόνα βροχής να κυλά πάνω στο τζάμι, διαβάζω την παράγραφο ενός βιβλίου… «Σοβεί εντός όλων μας ο νόστος για το άγριο»… νιώθω μια ριπή αέρα να μου ανακατεύει τα μαλλιά μια σκοτεινή βραδιά γυρνώντας σπίτι μετά από μια δύσκολη μέρα, ακούω τους στίχους ενός τραγουδιού «όταν περπατάς, γλυκά όπου πατάς η στέρφα γη ανθίζει»…

Παρατηρώ έναν βολβό να σκάει μέσα από την υγρή κρύα γη, πιστό στο αρχέγονο κάλεσμα, βλέπω τα μολυβένια σύννεφα να φορτίζουν τον ουρανό  κι εκεί στην άκρη του δρόμου σταματώ το αμάξι γιατί  οι mumford and sons ουρλιάζουν στο αυτί μου:

We'll be washed and buried one day, my girl
And the time we were given will be left for the world

(θα ξεπλυθούμε και θα θαφτούμε μια μέρα, κορίτσι μου
Κι ο χρόνος που μας δόθηκε θα μείνει για τον κόσμο)

...κι ένας βρυχηθμός θαρρείς κάνει την καρδιά μου να φουσκώνει. Μια φωτιά που καίει βαθιά κι ένας άνεμος που με μια ριπή του την αναζωπυρώνει και όλα τα παρασύρει με μιας. Μπουρλότο όλα και δάκρυα τρέχουν  θυμωμένα ενώ δεν έχω θυμό, λυπημένα ενώ δεν νιώθω λύπη… πως γίνεται; 

Είναι οι λέξεις. Οι λέξεις που ζητούν να υπάρξουν, ακριβώς σαν τα πόδια που ζητούν να τρέξουν έστω κι αν το μυαλό ξέρει πως δεν βαστούν…Δεν βαστούν κι αυτό πονάει!

Πονάει σαν όλες εκείνες οι ιστορίες μαζεύονται στο μυαλό μου, σαν όλα τα δάκρυα σε μάτια ξένα, στοιχειώνουν τα μάτια μου. Οι σπασμένες φωνές των ανθρώπων, οι  μπερδεμένες τους ματιές στο κεφάλι μου. Τα χαλαρά γέλια και τα όνειρα για όμορφες στιγμές που θα έρθουν. Όλες εκείνες οι σφιχτές αγκαλιές, τα αγγίγματα με τα ακροδάχτυλα στα υγρά μάτια… Πόσες ιστορίες αξιώθηκα να ακούσω σε αυτή τη ζωή! Όλες ζητούν διέξοδο και καμιά φορά νιώθω να τις προδίδω! Γιατί τις κρατώ για εμένα…Για εμένα!

Κι ύστερα ονειρεύομαι πως φεύγω μακριά. Στα βουνά που με καλούν. Με τα πόδια που δεν βαστούν, με μια καρδιά που λαχταρά να νιώσει ελεύθερη και λυπάμαι…Λυπάμαι που υπάρχουν πλάσματα που αγαπώ βαθιά και δεν θα το ζήσουν ποτέ αυτό. Δεν θα πάρουν ποτέ, ένα σακίδιο  στην πλάτη να χαθούν σε ένα δάσος…να χαθούν από τον κόσμο για να βρουν το μέσα τους και πονάω .Γιατί η ζωή η αγαπημένη μου είναι σκληρή. Σκληρή και άδικη! Ναι άδικη, μα έλα που εγώ είμαι ερωτευμένη μαζί της κι όσο κι αν της θυμώνω την αγαπώ. Την αγαπώ την αλήτισσα τόσο πολύ που πονάει! 
Τι ήθελα να γράψω δεν ξέρω …σαν να ξέμαθα. Ξέρω πως το να γράφω με κράτησε εστιασμένη για χρόνια και σαν τώρα να έχασα τον προσανατολισμό μου! Κι είναι αυτό τρομαχτικό πολύ… Τρομαχτικό σαν τον κόσμο που άλλαξε τόσο κι έγινε άγριος. Θυμωμένος, σαν ζώο κλεισμένο σε κλουβί! Βασανισμένο.

Έτσι έγινε ο κόσμος σαν να έχασε την αθωότητα και την ανεμελιά του. Είναι ο ιός; Το ίντερνετ που έκανε τη γη τόσο μικρή; Οι απανωτές κρίσεις; Ο εγκλεισμός; Ο φόβος του ελέγχου; Ο φόβος σκέτο;

Δεν ξέρω….ξαφνιάζομαι μόνο και φοβάμαι, φοβάμαι τόσο που θέλω να κρυφτώ, να χαθώ να μην βλέπω, να μην ακούω….κι ύστερα να! Μια ψιχάλα πέφτει στο μάγουλο μου, ένα μωρό μου χαμογελά περιμένοντας στην ουρά στο σούπερ μάρκετ, ένας ξένος μου λέει καλημέρα και εκεί που περπατώ σκυθρωπά χαμογελώ και σκέφτομαι…δεν χάθηκαν όλα, μην χάνεις την πίστη σου δεν χάθηκαν όλα!

Το τραύμα μας θα επουλωθεί. Θα κοιταχτούμε μια μέρα στα μάτια, σαν να ξυπνήσαμε από ύπνο βαθύ και θα συνδεθούμε. Όσοι κι αν είμαστε. Λίγοι πολλοί, τι σημασία έχει. Θα συνδεθούμε και θα θυμηθούμε πως είναι να μην φοβάσαι. Πως είναι να γελάς δυνατά, χωρίς να ενοχλείς. Να λες ευχαριστώ και παρακαλώ, χωρίς να ξαφνιάζεις. Να φωνάζεις δυνατά καλημέρααααα και να στην ανταποδίδουν με χαμόγελο, να χαιρετάς με χειραψία σφιχτή και με τα δυο χέρια, να χορεύεις με τα χέρια ορθάνοιχτα σαν να πετάς, να δίνεις την σειρά σου κι ας αργήσεις, να είσαι υπομονετικός κι ας μην περιμένει η ζωή. Περιμένεις εσύ…γιατί ξέρεις να περιμένεις. Γιατί ξέρεις να ελπίζεις. Γιατί δεν σταμάτησες να πιστεύεις. Στη ζωή, στον άνθρωπο, στους άλλους, σε εσένα! Στον εαυτό σου. Ναι στο γαμημένο εαυτό σου που τον έχεις κάνει λάστιχο. Και όλο ζητάς. Ζητάς. Ζητάς. Και δεν τολμάς να τον αφήσεις ούτε στιγμή να πάρει ανάσα. Να σταματήσει να τρέχει, να δημιουργεί, να κυνηγά…σαν δαιμονισμένος. Όνειρα. Σχέδια, ανάγκες, υποχρεώσεις… Όλα αυτά που νομίζεις πως θέλεις. Όλα αυτά που νομίζεις πως έχεις ανάγκη, όλα αυτά που σε έχουν πείσει πως χρειάζεσαι και μέσα τους κρύβουν την ευτυχία. Την ευτυχία που ξέρεις μόνο μέσα από τα όνειρα σου. Και τρέχεις να προλάβεις το τρένο της επιτυχίας που δεν περιμένει κανέναν, ούτε εσένα βέβαια. Και σε κάθε σταθμό τρέχουν όλοι και συνωστίζονται κι όποιος προλάβει. Σε κάθε σταθμό κάποιοι χάνονται. Κάποιοι δεν θα προλάβουν ποτέ. Ποτέ. Κι αυτοί που προλαβαίνουν ζουν με την αγωνία μην στην επόμενη στάση τους κατεβάσουν…Μην έρθει η σειρά τους να διωχθούν γιατί δεν αξίζουν πια αυτό το ταξίδι και παλεύουν να κρατηθούν, μην πέσουν, μην ποδοπατηθούν, μην χαλαρώσουν και τους πάρουν τη θέση…

Κάπως έτσι τρέχεις κι εσύ. Τρέχεις ασταμάτητα και παλεύεις κι εσύ μέσα στο πλήθος να προλάβεις. Μοχθείς να ξεχωρίσεις, να διεκδικήσεις, να παλέψεις, να επιβιώσεις, τρέχεις, τρέχεις, τρέχεις…δουλεύεις σκληρά, προσπαθείς! Και περνούν οι μήνες κι οι εποχές, έρχονται και φεύγουν καλοκαίρια, και γιορτές, σαββατοκύριακα και αργίες, βροχές, χιόνια, λιακάδες και πάλι απ ΄την αρχή…και κυλά ο καιρός και φεύγουν ημέρες, στιγμές, άνθρωποι… Δίχως αντίο, δίχως μια ματιά…

Μα στάσου λίγου. Στάσου, στάσου, στάσου γαμώτο. Στάσου και κοίτα γύρω σου. Δίπλα σου άνθρωποι με μάτια αγωνιώδη. Κοίτα! Κοίτα πόσο σου μοιάζουν. Κουβαλούν τον ίδιο φόβο! Την ίδια μοναξιά…Την ίδια ευαλωτότητα!

Κουράστηκα! Κουράστηκα αγαπημένοι, κουραστήκαμε όλοι  και κάποιες φορές έχει νόημα να σταματήσεις εκεί που είσαι και να καθίσεις στη γη με ένα στάχυ στο στόμα και να αγναντεύεις τον απέραντο ουρανό. Κάποιες φορές έχει νόημα απλά να σταματήσεις και μια ολόκληρη σειρά ανθρώπων θα σταματήσει πίσω σου και θα πέσετε ο ένας πάνω στον άλλο. Μια τεράστια καραμπόλα ανθρώπων που πρέπει να τσαλακωθεί για να σταματήσει…Αυτό είναι το κόστος. Το τσαλάκωμα…

Γι ‘αυτό δεν σταματάμε γιατί φοβόμαστε κι έτσι από συνήθειο τρέχουμε, στρατιωτάκια στη σειρά ακούνητα αγέλαστα…τσαλακωμένα!

Τσαλακωμένα…μα ζωντανά! Το κυνήγι του θησαυρού κάποτε σταματά έστω κι αν ο θησαυρός που περιμέναμε δεν βρέθηκε!  Σταματάμε να ψάχνουμε σημάδια και να διαβάζουμε οδηγίες και σηκώνουμε τα μάτια μπροστά. Υπάρχει κι εκεί θησαυρός. Όχι αυτός που ψάχνουμε μα αυτός που μας περιμένει καρτερικά σαν σταματήσουμε το ψάξιμο.  

Μια αυγή, ένα παγωμένο πρωινό...

Ένα σύννεφο που ταξιδεύει στον ορίζοντα. Ένα βαθύ δάσος μια βροχερή ημέρα. Μια αστραπή μια σκοτεινή βραδιά. Ένα μικρό χεράκι που ψάχνει το χέρι μας. Μια τρυφερή ανάσα στο μάγουλο μας. Η ουρά του σκύλου μας σαν γυρίζουμε σπίτι και το γουργούρισμα της γάτας που κοιμάται στην κοιλιά μας. Ένας ξέφρενος χορός δίπλα στα κύματα μια τρελή καλοκαιρινή βραδιά  και το χουχούλιασμα στον καναπέ μια παγωμένη Κυριακή του Γενάρη. Τα γέλια της παρέας, ο ήχος από τα ποτήρια που τσουγκρίζουν κι η γεύση της λιωμένης σοκολάτας στο στόμα. Ένα φιλί ξέπνοο από εκείνα τα αξέχαστα, ένα χαμόγελο γεμάτο υπονοούμενα, ένα κρυφό άγγιγμα κι ένα παιχνίδι με τις λέξεις.

Τα χέρια της γιαγιάς και τα μάτια της μάνας. Το κομπολόι του παππού και το μουστάκι του πατέρα. Το βουβό μοιρολόι και το πρώτο κλάμα του μωρού. Το καθαρό βλέμμα της αγάπης και η τρέλα του έρωτα…

Τα τραγούδια, οι χοροί, τα πανηγύρια, οι γιορτές, οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι μ' ακούς; Οι άνθρωποι. Τσαλακωμένοι μα ζωντανοί! Ζωντανοί, μα αόρατοι μπροστά σε χαμένες ευκαιρίες, ξεθωριασμένους έρωτες και φουσκωμένους εγωισμούς. Να σου πω κάτι; Γάμησε τα όλα και τράβα τώρα. Τώρα που γυρίζει. Πάγωσε επιτέλους το χρόνο. Σταμάτα!
Ένα σβουριχτό φιλί. Ένα τηλεφώνημα. Μια ομαδική κοπάνα για ένα νωχελικό βροχερό πρωινό στο κρεβάτι. Μια σφιχτή αγκαλιά, ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα, μια λέξη. Μια λέξη! Έτσι για να μην χρωστάς τίποτε σε κανένα. Ούτε σε εσένα. Προπάντων σε εσένα!!!

Καλημέρα αγαπημένοι. Αγαπημένοι μου. Τσαλακωμένοι μα ζωντανοί…. 



Παρασκευή 12 Αυγούστου 2022

Αύγουστος...

Νομίζω πως όσο περνούν τα χρόνια βαραίνουν διαφορετικά πάνω μου. Παλιότερα όλα ήταν απλά…πότε άρχισαν να γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα δεν θυμάμαι…κάπου εκεί στην πρώτη κρίση, στον κορονοϊό, στις απώλειες που ζήσαμε…δεν ξέρω. Ξέρω πως η ζωή αλλάζει συνεχώς και καμιά φορά δεν προλαβαίνω να επεξεργαστώ αυτές τις αλλαγές. Φέτος είναι το πρώτο καλοκαίρι που η τετράδα μας δεν θα πάει μαζί διακοπές καθώς ο φοιτητής εργάζεται.

Μέσα μου υπάρχει ένας θαυμασμός για αυτό το παιδί που ξέρει να κυνηγάει την τύχη του, από την άλλη λυπάμαι που τα καλοκαίρια της απόλυτης ξεγνοιασιάς πέρασαν για εκείνον. Από την στιγμή που μπαίνεις στην αγορά εργασίας ένα κομμάτι ανεμελιάς χάνεται για πάντα κι αυτό με θλίβει…ακόμη ένα πράγμα που με θλίβει λοιπόν. Προστίθεται κι αυτό στην λίστα όλων αυτών των αλλαγών που τις βιώνω με μια αρχική θλίψη κι ύστερα τις χωνεύω αργά αργά σαν φαγητό βαρύ μα παράξενα  εύγεστο! Γιατί όλες οι αλλαγές τελικά είχαν έντονη αξέχαστη γεύση.

Μια ακόμη αλλαγή είναι πως φέτος είναι ένα ακόμη καλοκαίρι χωρίς ανθρώπους λατρεμένους. Θείοι, θείες, συγγενείς που προστίθενται στην λίστα με τις απώλειες. Αυτό σκεφτόμουν τις προάλλες όταν με τον ξάδερφο μου σκάβαμε στην άμμο για να θάψουμε το καρπούζι στην ακροθαλασσιά για να είναι δροσερό. Αυτό ήταν πάντα δουλειά των γονιών μας και τώρα να, σε μια στιγμή μόνο ξεπήδησαν μνήμες από εκείνα τα καλοκαίρια που όλα φάνταζαν μαγικά κι ανέμελα. Τότε που η ασφάλεια ήταν δεδομένη και την προσφέραν απλόχερα οι ενήλικες της παρέας μα πια οι ενήλικες ήμασταν εμείς. Εμείς είμασταν οι γονείς, οι θείοι κι οι θείες που γέμιζαν με μνήμες τα μάτια των παιδιών, συνεχίζοντας την υπέροχη αυτή παράδοση. Την σύνδεση που είναι μέσα μας σαν εκείνη την αόρατη κόκκινη κλωστή, που ρέει από τα σώματα μας και κρατά τη σύνδεση μας ζωντανή κι αιώνια ακόμη και πέρα από αυτή την διάσταση… Δώρο που απλόχερα μας χαρίστηκε η σύνδεση αυτή και χρέος μας η μεταφορά της στην επόμενη γενιά...






Σαν όνειρο αυτό που ζούμε σαν ενωνόμαστε έστω για λίγο. Αγναντεύω από μακριά τα παιχνίδια τους κι ακούω τις φωνές τους και τα γέλια  τους...Κάπου εκεί χαμογελαστοί  θα είναι κι αυτοί που μας ένωσαν, τους  νιώθουμε σε γεύσεις, σε εικόνες, στα σύννεφα και στα γαλανά νερά. Οι απώλειες όλων μας είναι πιο έντονες τις μέρες τις γιορτινές ή τις εποχές των συνδέσεων, όπως για εμάς είναι το Καλοκαίρι…

Τότε που όλα τα ξαδέρφια ξαπλωμένα στο ντιβάνι, με το  χρωματιστό κουβερλί της γιαγιάς, στην αυλή των παππούδων μας, μαυρισμένα από τον ήλιο και τα χώματα τρώγαμε κεράσια και φτύναμε τα κουκούτσια στην ρίζα της γριάς συκιάς κάνοντας διαγωνισμό ποιο θα φτάσει πιο μακριά…. Μια σταλιά ήμασταν ελεύθερα και αθώα. Τα χρόνια πέρασαν η γριά συκιά κόπηκε, το σπίτι των παππούδων χάθηκε κι εμείς μεγαλώσαμε…και κανείς δεν νίκησε ποτέ τον άλλο σε εκείνο το θορυβώδες καλοκαιρινό παιχνίδι. Όλα όσα τότε ήταν σπουδαία, σήμερα είναι ασήμαντά!

Τι φοβερά μαθήματα μας δίνει η ζωή, ο χρόνος, η απόσταση…

Μπήκε και τούτος ο Αύγουστος λοιπόν. Μυρωμένος και δυνατός, γεμάτος υποσχέσεις. Μα κάθε χρόνο το τοπίο μέσα μου αλλάζει κι ενώ πριν ο ερχομός του με γέμιζε χαρά, τώρα μου φέρνει μαζί μια  τρέλα για όλα αυτά τα σκληρά κι αλλόκοτα που συμβαίνουν γύρω μας καθώς και  μια αγωνία…τι θα γίνει σαν τελειώσει! Σαν όλα όσα προσμένουμε τελειώσουν…τι θα προσμένουμε μετά; Κι όλοι μιλούν για τον χειμώνα που έρχεται με μια αγριάδα. Σαν  κάποιοι να αγαπούν να καλλιεργούν το φόβο μας…είμαστε τόσο ευάλωτοι με αυτό το φόβο να πλανάται πάνω από τα κεφάλια μας. Πάνω από τις ζωές μας. Τόσο ευάλωτοι και βολικοί!

Μα εγώ κουράστηκα να φοβάμαι. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου φοβάμαι και κάτι άλλο ανάλογα την ηλικία μου. Κάποτε το σκοτάδι, μετά τους ανθρώπους, μετά τον έρωτα, μετά την μοναξιά, μετά το θάνατο, μετά τη ζωή…φτάνει!

Δεν θέλω πια να φοβάμαι, μόνο να ονειρεύομαι. Να ονειρεύομαι έναν Αύγουστο λαμπερό κι ένα Φθινόπωρο γενναιόδωρο και γαλαντόμο. Κανείς δεν μας τιμωρεί επειδή θέλουμε να είμαστε ξέγνοιαστοι ή ευτυχισμένοι. Κανείς δεν μας περιμένει στην γωνία να μας δοκιμάσει αν τολμήσουμε να ονειρευτούμε, να νιώσουμε ανέμελοι να γελάσουμε δυνατά.

Δεν  θέλω να δραπετεύω από μια ζωή που δεν αντέχω θέλω να ζω την ζωή που θέλω, την ζωή που ονειρεύομαι, την ζωή που μου αξίζει σαν έχω την ευκαιρία. Όποτε μου δοθεί η ευκαιρία αυτή. Είτε είναι αργίες, είτε Σαββατοκύριακα, είτε διακοπές… Τότε δίνω στον εαυτό μου την ευκαιρία να ζω όπως θέλω, όπως αγαπώ. Δραπετεύω σημαίνει κάτι άλλο.  Άσχημο, σκοτεινό. Όχι δεν θέλω να ζω την ζωή σαν να με κυνηγά μια σκιά. Δεν θέλω να δραπετεύω από πουθενά. Δεν μας αξίζει να ζούμε την ζωή μας σαν κυνηγημένοι!

Έξω είναι ένας ακόμη μαγικός Αύγουστος. Σαν όμορφος εραστής. Περιμένει. Θα τον φοβηθείς; Θα τον ζήσεις; Από εσένα εξαρτάται….ο Αύγουστος δεν θα περιμένει για πάντα…κανείς δεν περιμένει για πάντα! Τράβα και δώστου ένα φιλί κι απόλαυσε τον!  Τον αξίζεις αυτό τον Αύγουστο. Τον κάθε Αύγουστο που τολμάς να αγκαλιάσεις…

….ακούστε το δυνατά και ελάτε να θυμηθούμε πως ήταν τότε που νιώθαμε  παντοδύναμοι...

Καλημέρα αγαπημένοι!!! Καλό Αύγουστο...


Δευτέρα 27 Ιουνίου 2022

Ας μιλήσουμε για τα ναρκωτικά και τις εξαρτήσεις.

Καθαρός. Τι λέξη!!!Παγκόσμια ημέρα κατά των ναρκωτικών η 26η Ιούνη και  με αφορμή αυτό μοιράζομαι μαζί σας ένα πρόσφατο podcast, και παλιότερες σκέψεις μου. 
Σε αυτό το blog έχω γράψει πολλές φορές για τις ουσίες, την σχέση μου με την απεξάρτηση, τι σημαίνει εξάρτηση και τι τελικά σημαίνει η επιλογή του να ζει κανείς καθαρός. Γιατί δουλεύοντας με ανθρώπους εξαρτημένους πολύ γρήγορα κανείς αντιλαμβάνεται πως καθαρός, σημαίνει ελεύθερος!

Λίγες ημέρες πριν λοιπόν οι αγαπημένες Χριστίνα Μαυρομάτη και Έλενα Σολταρίδου, μου έκαναν την τιμή να με προσκαλέσουν στο podcast "Το βλέμμα μέσα μας" σε μια συζήτηση με θέμα τις ουσίες. Κι όταν λέμε ουσίες εννοούμε ναρκωτικά, εξαρτήσεις, ζωή που πάει χαμένη, πόνο κι εγκατάλειψη. Ζούμε σε μια εποχή δύσκολη και μετά την πανδημία όλο και περισσότεροι νέοι φλερτάρουν με τις ουσίες. Στην αρχή όλο αυτό μοιάζει με έρωτα μα πολύ γρήγορα καταλήγει σε αυτοκαταστροφή, που συμπαρασύρει σχέσεις, ανθρώπους, εκπαίδευση! Γιαπί ένα τέτοιο φλερτ ποτέ δεν είναι αθώο....

Αυτά και πολλά άλλα συζητάμε κι αναλύουμε στο podcast  " Το βλέμμα μέσα μας" με την Χριστίνα και την Ελένη, καταλήγοντας πως τελικά, κανένα ναρκωτικό δεν είναι πιο δυνατό από την ίδια τη ζωή!
Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε τις δημοσιεύσεις για το θέμα των εξαρτήσεων.


Άρθρο μου στο ελculture

Καλημέρα και Καλή εβδομάδα αγαπημένοι....η τελευταία του Ιούνη! 
                                                                                                                 Κατερίνα

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2022

Ξεχορτάριασμα....

Θυμάμαι χρόνια πριν την επόπτρια μου και σπουδαία δασκάλα Alida Gersie να μου λέει “keep the space”. Μια  φράση που με δυσκόλεψε, με ζόρισε και μου χάριζε μπόλικη γνώση και συνειδητοποίηση. Είναι μια έκφραση που στην  δραματοθεραπεία που το πλαίσιο της ομάδας είναι τόσο σημαντικό, σημαίνει κρατώ το χώρο δηλαδή "είμαι εδώ". Είμαι εδώ για να έρθεις όποτε είσαι έτοιμος. 

Αυτό σήμαινε πρακτικά πως στα πρώτα μου βήματα στις πρώτες μου ομάδες και κυρίως στην πρακτική μου,  κρατούσα το χώρο παρόλο που μπορεί να μην εμφανιζόταν κανείς. Θυμάμαι ώρες ατελείωτες να βρίσκομαι σε έναν άδειο χώρο την ώρα που είχαμε την συνάντηση και να κάθομαι εκεί χωρίς να περιμένω. Ήξερα πως δεν θα έρθει κανείς. Όμως έπρεπε να κρατήσω το χώρο να ξέρουν όλοι πως αυτός ο χρόνος είναι δικός τους έστω κι αν επέλεξαν να μην είναι εκεί….Ατέλειωτες ώρες που κοίταζα τον τοίχο. Έγραφα, σκεφτόμουν τι διάολο κάνω λάθος κι ήξερα πως τα μέλη την ομάδας περνούσαν από έξω,  κοίταζαν από το τζαμάκι παρακολουθούσαν την προσπάθεια μου να κρατήσω ανοιχτό το χώρο της ομάδας μας. Να είναι διαθέσιμος για εκείνη τη μαγική στιγμή που κάποιος θα μου έκανε τη χάρη να ανοίξει την πόρτα. Πέρασα από πολλά στάδια τα οποία συζητούσα με την σοφή μου Αlida. Θυμός απογοήτευση, πικρία, γκρίνια σαν έχανα την αυτοεκτίμηση μου και μόνο σαν άρχισα να κοιτάζω μέσα μου και να βρισκω νόημα σε όλο αυτό άρχισα να νιώθω ελεύθερη, ήρεμη, κι ασφαλής, μα πάνω από όλα χρήσιμη. Όλο αυτό είχε ουσία. Έμοιαζε με ξεχορτάριασμα. Σαν να ξεχορταριάζεις ένα κομμάτι γης και να το κρατάς καθαρό περιμένοντας το πότε θα είναι έτοιμος κάποιος να έρθει, για να φυτέψει μέσα του.

Τι νόημα έχει όλο αυτό θα μου πεις…στην θεραπεία έχει και τελικά έχει και στη ζωή! Είναι πελώρια η αίσθηση της ασφάλειας του "είμαι εδώ και κρατώ το πλαίσιο μας". Η διαφύλαξη του είναι δική μου δουλειά! Είμαι υπεύθυνη για αυτό…κι όταν είσαι έτοιμος θα είναι καθαρό για εσένα! Έμαθα να περιμένω, χωρίς ουσιαστικά να περιμένω. Να περιμένω με την έννοιας της διατήρησης κι όχι της προσδοκίας.

Σπουδαίο μάθημα! Με βοήθησε σε πολλά στάδια στην ζωή μου και κυρίως στον ρόλο μου ως μαμά. Με βοήθησε να αντέχω, να βρίσκω νόημα εκεί που φαίνεται να μην υπάρχει.

Τον τελευταίο καιρό αυτό κάνω  σε πολλά κομμάτια της ζωής μου. Με ανθρώπους που αγαπώ, με τη συγγραφή, με τη δουλειά μου, με αυτό το blog. Κρατώ το χώρο. Είμαι εδώ και συνεχίζω το ξεχορτάριασμα γιατί ίσως κάποτε κάποιος, ίσως εγώ η ίδια,  να φυτέψω ένα νέο σπόρο…Μέχρι τότε η δουλειά μου είναι το ξεχορτάριασμα. Να κρατώ το χώρο καθαρό. Έτοιμο. Να μην εγκαταλείπω.

Δεν λέω είναι επίπονο. Είναι κουραστικό. Καμιά φορά και πάλι χάνω το νόημα. Νιώθω προδοσία. Ματαίωση. Απογοήτευση. Κάποιος να ανοίξει τη γαμημένη πόρτα να με σώσει από αυτή την σιωπηλή αναμονή. Ακόμη κι εγώ "άντε Κατερινα κουνήσου γαμώτο"…πολύ συχνά τα νιώθω αυτά. Κι ύστερα ξημερώνει μια μέρα από εκείνες τις βαθιές, τις συνδεδεμένες με την αλήθεια μας. Τι συνδεδεμένες  με την ζωή και τη γένεση και να το πάλι το νόημα …στα πέταλα ενός λουλουδιού που φύτεψα δυο χρόνια πριν και φέτος για πρώτη φορά ανθίζει.

Γιατί θέλει υπομονή να ανθίσουν κάποια πλάσματα και θέλει υπομονή να αντέξεις αυτή την αναμονή που δεν κρύβει προσδοκία παρά μόνο ελπίδα γιατί κατά βάθος ξέρεις, το ξέρεις καλά πως τίποτε δεν ανθίζει για εσένα. Το κάθε τι, ανθίζει για τον εαυτό του!

Η υπομονή δεν έχει να κάνει με την ανταμοιβή…το μάθημα βρίσκεται στον κενό χρόνο που θα γεμίσεις για εσένα κρατώντας τον κενό για κάποιον άλλο. Εκεί είναι το δώρο. Εκεί η συνειδητοποίηση. Εκεί η αυτοσυνείδηση. Εκεί και το μεγαλείο…

Σαν χάνομαι γυρίζω πίσω σε εκείνη…Στα άγρια σύννεφα της. Στα φουσκωμένα της κύματα. Στις βροντερές αστραπές της. Στην οργιώδη γη της. Στον έρωτα και στους στίχους αιώνιων ποιητών, σε μια πινελιά, σε μια απόκοσμη νότα και κάθε φορά που σκέφτομαι πως δεν θα γράψω ξανά…έρχεται μια λέξη, μια έκφραση μια εικόνα και φουσκώνει μέσα μου ένα κύμα κι όλα αυτά που δεν έχουν ακόμη ειπωθεί, ψάχνουν διέξοδο…

Όλα είναι εκεί και περιμένουν την ώρα…μέχρι τότε, κρατώ το χώρο, με υπομονή και χωρίς προσδοκία…γιατί είπαμε! Ότι ανθίζει, ανθίζει για τον εαυτό του! Το γνωρίζω και φροντίζω να το θυμάμαι. Μόνο ελπίζω κάποιος κάπου να κάνει το ίδιο και για εμένα....

…ξέρω πως καταλαβαινόμαστε! Μέχρι να έρθει η σπορά…ας μην ξεχνάμε το ξεχορτάριασμα!!! Κι αν η σπορά δεν έρθει ποτέ…εμείς το χρέος μας το κάναμε. Κρατήσαμε το χωράφι καθαρό για αυτόν που θα τολμήσει, για αυτόν που θα θελήσει, γι' αυτόν που θα μπορέσει, για τους αγαπημένους μας, για τα παιδιά μας…για εμάς, για να μην μας πει ο άλλος μας εαυτός "δεν είχε για εμένα χώρο"…

Πέρασαν χρόνια για να καταλάβω τι σημαίνει το να κρατώ το κενό…Πέρασαν χρόνια κι άνθρωποι και βιώματα πολλά για να καταλάβω πως δεν είναι καθήκον. Είναι τρυφερότητα, γενναιοδωρία, φροντίδα και πελώρια, πελώρια ανακούφιση…. 

Καλημέρα αγαπημένοι χάθηκα μα ήμουν εδώ. Ξεχορτάριαζα!!!

                                                                                                                                             Κατερίνα 

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2022

Το Χρυσάφι!

Πριν χρόνια διαβάζοντας  το βιβλίο της Αλιέντε  "Ινές Ψυχή μου", που με συγκλόνισε, άρχισα να μελετώ την  ιστορία της αποικιοκρατίας στην Λατινική Αμερική. Διαβάζοντας λοιπόν για τους κονκισταδόρες  που σημαίνει κατακτητές, έμαθα πως τελικά η  ανακάλυψη του Νέου Κόσμου, ήταν η αρχή της μεγαλύτερης  γενοκτονίας στην ιστορία της ανθρωπότητας αφού πάνω από 100.000.000 ινδιάνοι ιθαγενείς εξοντώθηκαν με κάθε φριχτό κι αδιανόητο τρόπο, αφανίζοντας τους αρχαίους πολιτισμούς τους.  Πέρα από τις κατακτητικές τους τάσεις οι κονκισταδόρες είχαν ως  στόχο βέβαια τη δύναμη, λεηλατώντας συστηματικά τον πλούτο των ινδιάνικων πληθυσμών. Μεταξύ άλλων αδιανόητων τακτικών, χρησιμοποιούσαν σκλάβους  για την  εξόρυξη πολύτιμων μετάλλων κυρίως χρυσό κι ασήμι. Ο χρυσός έγινε εμμονή και θεός τους. 

Ήταν τόση η λύσσα τους για το χρυσάφι που σε μια μικρή εξέγερση  οι ιθαγενείς κατάφεραν κι έπιασαν αιχμαλώτους κάποιους  κατακτητές.  Αφού τους έδεσαν, έλιωσαν το χρυσάφι και το έριχναν στα στόματα τους υποχρεώνοντας τους να το καταπιούν και να πεθάνουν βέβαια με βίαιο θάνατο…Ήταν μια πράξη όπου φανέρωνε την αδιανόητη  απληστία των κατακτητών που με συγκλόνισε για τον συμβολισμό της.

Με πόσο χρυσάφι θα χορτάσεις την ακόρεστη πείνα σου; Πόσο χρυσάφι θέλεις να καταπιείς  για να νιώσεις χορτάτος. Ασφαλής και σημαντικός; 
Πόσο για να νιώσεις σπουδαίος; Πιο σπουδαίος εσύ από τους άλλους και πιο τρομακτικός και πιο απειλητικός και πιο ψηλός και πιο και πιο και πιο… 
Πόσο χρυσάφι  σου φτάνει, για να κερδίσεις την γαλήνη της ψυχής σου; Πόσο είναι αρκετό για να πάψεις να φέρεσαι σαν θηρίο. Να καις, να σκοτώνεις, να ταπεινώνεις, να εξολοθρεύεις, να βιάζεις, να εξευτελίζεις, να καταστρέφεις, και να θέλεις κι άλλο κι άλλο κι άλλο….
Με πόσο θάνατο θα χορτάσεις αυτή την  πείνα που σου τρώει τα σωθικά; Την πείνα για πλούτο, για δύναμη, για εξουσία! Την ανάγκη να νιώσεις σημαντικός σπέρνοντας τρόμο. 

Πόσα χρόνια θα ζήσεις; Σκέψου πόσα; 
Δεν είναι πολλά για να αξίζουν τόση λαχτάρα για δύναμη…

Τι άλλο πρέπει να γίνει για να χορτάσεις άνθρωπε; Πιες το χρυσάφι σου και σκάσε επιτέλους…

Με συγκλονίζουν οι μέρες που ζούμε. Ζούμε έναν πόλεμο. Πόλεμο! Πριν λίγο καιρό είχαμε χαρακτηρίσει την πανδημία τον πόλεμο της δικής μας γενιάς. Μου είχε φανεί αστείο τότε. Τώρα μου φαίνεται ακόμη πιο αστείο....Τραγικό! Όχι δεν υπάρχει σύγκριση, γιατί  ο πόλεμος είναι το τελευταίο σκαλοπάτι της ανθρωπότητας...

Δεν υπάρχουν πολλά νομίζω να ειπωθούν! Ο κόσμος μας έχει καταρρεύσει για μια ακόμη φορά. Η ασφάλεια έτσι όπως την ξέραμε, η χαριτωμένη μας φούσκα με την πανδημία κλυδωνίστηκε με τον πόλεμο διαλύθηκε. Κάνουμε συζητήσεις που δεν μπορώ να διανοηθώ πως θα κάναμε.

Παρακολουθούμε πως αποδομείται, καταστρέφεται κι αφανίζεται μπροστά στα μάτια μας, μια περήφανη χώρα, με περήφανους ανθρώπους που από τη μια μέρα στην άλλη καλέστηκαν να γίνουν ήρωες...και την ώρα που το σκέφτομαι νιώθω οργή γιατί αυτή μου η σκέψη δεν είναι δίκαιη...κι αυτό δεν με κάνει περήφανη για εμένα. Γιατί με τον ίδιο τρόπο αποδομήθηκαν κι αποδομούνται πολλές άλλες χώρες, πολλοί άλλοι λαοί λιγότερο προνομιούχοι λόγω της γεωγραφικής τους θέσης ή της πολιτιστικής τους κληρονομιάς κι εικόνας. Λαοί που πολεμούν για τα ιερά τους χώματα. Για το δικαίωμα σε μια ελεύθερη ζωή. Αλήθεια τα λέμε όλα αυτά; Δεν ακούγονται αστεία και φαιδρά;

Μα τελικά…ένα είναι το ζητούμενο...μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες σφαγιάσθηκε μια ολόκληρη γενιά...Παιδιά που έπρεπε να παίζουν ανέμελα ζουν σε καταφύγια. Νέοι που έπρεπε να είναι στις σπουδές τους ξαφνικά βρέθηκαν στο μέτωπο, να σκοτώνουν τα αδέρφια τους. Οικογένειες χωρίζονται, γέροντες αποχαιρετούν τα σπίτια, τα δέντρα και τα χώματα που δεν θα ξαναδούν ποτέ τους, περιουσίες χάνονται, κόποι μιας ζωής στον αέρα. Νέα καραβάνια προσφύγων, νέοι ξεριζωμοί, νέος πόνος μα πάντα ίδιος κι απαράλλαχτος! 

Πόσο χρυσάφι θέλεις για να χορτάσεις; Πόσο χρυσάφι ζυγίζει η ειρήνη; 

Κερδίζεις δύναμη και σπέρνεις τρόμο και «παράπλευρες απώλειες». Τι ντροπιαστική σιχαμένη έκφραση. Οι παράπλευρες απώλειες του πολέμου, έχουν αθώα υγρά μάτια και ροδαλά μάγουλα, ζουμερά χεράκια και γεμάτα εμπιστοσύνη πρόσωπα! Γέροντες με θολά μάτια και ροζιασμένα χέρια. Πόλεις που ισοπεδώνονται. Παγκόσμιες κληρονομιές που χάνονται από προσώπου γης. Ζώα που αφανίζονται μέσα σε φρίκη και φόβο. Γειτονιές που ερημώνουν. Δέντρα που ξεριζώνονται, αυλές που δεν ανθίζουν ποτέ! Οι παράπλευρες απώλειες, είναι το δικό μας χρυσάφι! 

Να τα βράσω όλα! Τις αιώνιες έχθρες, τα σύνορα, τους αριστερούς και τους φασίστες, το ΝΑΤΟ και τα ιμπεριαλιστικά όνειρα και τις μεγάλες ιδέες για μεγάλες πατρίδες. Να βράσω τους μεγάλους κατακτητές και τους ευκαιριακούς άρπαγες. Τους ήρωες της οθόνης, τους φυσικούς πόρους, τις γεωπολιτικές θέσεις, τις παγκόσμιες ημέρες, τα μνημεία πολέμου, τις μεγάλες επετείους, τις πλατείες ελευθερίας ανά τον κόσμο, τα πολεμικά μουσεία, τα ειρηνευτικά σώματα, τους ΟΗέδες, τα μνημεία μνήμης, τους πύρινους λόγους, τις ανθρωπιστικές βοήθειες,  τη χάρτα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα μαθήματα ιστορίας, τις μεγάλες συμμαχίες, την ενωμένη Ευρώπη, τις πορείες ειρήνης, την ασφάλεια των όπλων. Την κατάκτηση της ειρήνης μέσω μιας απειλής. Την ισορροπία του τρόμου. Τους εθνάρχες, τους φωστήρες, τους προδότες, τους σωτήρες…Να τα βράσω όλα!!!Σκατά στα μούτρα σας! Αποτύχατε όλοι!!! Χρόνια τώρα…κι εμείς αποτύχαμε μαζί σας…Ότι ήταν να γίνει έγινε, οι άνθρωποι δεν γυρίζουν πίσω! 
Κι οι άνθρωποι στον πόλεμο είναι οι δικές σας "παράπλευρες απώλειες", μα είναι το δικό μας Χρυσάφι!

Πόσο χρυσάφι κοστίζει η ειρήνη; Πόση δύναμη χρειάζεσαι για να χορτάσεις άνθρωπε;

Σε κανένα από τα προβλήματα των λαών, η λύση δεν ήταν ο πόλεμος. Βαδίζουμε προς την αυτοκαταστροφή. Ποιος θα μας σταματήσει; Ποιος θα τους σταματήσει; Προσευχή και αντίσταση. Είμαστε αδέρφια. Πολίτες του κόσμου, υπηρέτες της ανθρωπότητας, αλληλέγγυοι και συνδεδεμένοι με την ίδια φλέβα. Γεννημένοι από την ίδια ρίζα. Αδέρφια! Ο μόνος τρόπος να υπάρξουμε είναι μαζί! Τίποτε άλλο. Μαζί, γιατί μόνο έτσι είμαστε δυνατοί. Μαζί, γιατί κανείς δεν περισσεύει. 

Χρειάζεται πάλι να γίνουμε ωκεανός! Ωκεανός αγαπημένοι…Γεμάτος με το δικό μας Χρυσάφι!

                                                                                                                             Κατερινα                                                      

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

Αργά...

Να προχωράς αργά…να αντιστέκεσαι σε αυτή την εσωτερική σου πίεση να βιαστείς…γρήγορα, γρήγορα, γρήγορα…δεν προλαβαίνω να ζήσω σε μια ζωή που κυλά αργά…Τόσο αργά!

Κι ύστερα έρχεται η ώρα να διαλέξεις να ανοίξεις τον υπολογιστή ή ένα βιβλίο. Να ανοίξεις την τηλεόραση ή το ράδιο. Να ανοίξεις το κινητό σου για να σερφάρεις  αντί να μιλήσεις στον διπλανό σου! Καλημέρα…είναι για εσάς μια ωραία ημέρα; Τι εύκολο να το γράφεις ιντερνετικά. Πόσες καλημέρες στα μάτια σου και καμία στα αυτιά σου…

Νέα που έρχονται από παντού. Θάνατοι, πληγές, τραγωδίες. Τα μάτια ενός ξένου  παιδιού αποκτούν  τα μάτια του παιδιού μας! Το δάκρυ ενός ανθρώπου γίνεται δάκρυ σε πρόσωπο αγαπημένο. Η ξένη τραγωδία μπαίνει στο σπίτι μας γίνεται δική μας. Όλοι ζούμε με τον ίδιο πόνο…για λίγο…Κι ύστερα ο καθένας πάλι στα δικά του! Μα αυτός ο πόνος μένει. Σε πλακώνει. Σε πονάει. Σε τραυματίζει. Σε τρομάζει. Χάνεις τον ύπνο σου. Βλέπεις εφιάλτες στον ξύπνιο σου…Ξαφνικά η ζωή είναι τρομακτική. Ήταν πάντα έτσι; Θεέ μου, δεν θυμάσαι! Δεν θυμάσαι και είσαι σίγουρος πως μάλλον όχι…Μάλλον παλιότερα η ζωή ήταν πιο φωτεινή, πιο χρωματιστή, πιο χαρούμενη, πιο απλή….κι έρχεται εκείνη η μαγική λέξη…Ναι, η ζωή παλιότερα ήταν πιο απλή! Απλότητα!

Τι λέξη….

Σαν να μιλάς για έναν χαμένο παράδεισο.  Σαν στην καρδιά ενός σκοτεινού Χειμώνα να μιλάς για ένα λαμπερό Καλοκαίρι. Απλότητα….

Ξέρω, πονάει. Η ζωή πονάει κι αυτή η υπέροχη  κατά τα άλλα σύνδεση μας με τους ανθρώπους μας χάρισε πολλά μα μας πήρε κιόλας. Μας έκλεψε χρόνο, ενέργεια, συναισθήματα. Μας φόρτωσε έγνοιες, πίεση, φόβους. Η ανάγκη του ελέγχου της ζωής μας, μας γέμισε ανασφάλεια γιατί νιώσαμε στο πετσί μας πως τελικά είμαστε ανθρώπινοι. Ευάλωτοι. Χωμάτινοι! Όχι δεν τα μπορούμε όλα. Δεν τα προλαβαίνουμε όλα, δεν τα καταλαβαίνουμε  όλα, δεν τα αποδεχόμαστε όλα, δεν τα αντέχουμε όλα….και τι κάνουμε λοιπόν σαν δεν αντέχουμε;

Στην Κοινότητα σαν ερχόταν μια κρίση…κλείναμε. Κλείναμε την πόρτα  στον έξω κόσμο…για λίγο. Κλείναμε το σπίτι μας για να μπει ο καθένας στον πυρήνα του. Να συνδεθεί με τον εαυτό του,  με το παρόν του, με τις ανάγκες του. Ένα απλός τρόπος αυτοπροστασίας…κι ίσως χρειάζεται να το θυμόμαστε.  Στα δύσκολα γυρίζουμε στην βάση! Κλείνουμε την εαυτό μας, ίσως και το σπίτι μας για λίγο. Κλείνουμε ερεθίσματα που μας πονούν και μας μπερδεύουν. Τηλέφωνα, social media, τηλεοράσεις, συνδέσεις…Ναι αποσυνδεόμαστε με τον κόσμο και συνδεόμαστε με το σύμπαν. Με τον θεό μέσα μας.

Δεν είναι κακό, δεν είναι προδοσία, δεν είναι εγκατάλειψη, δεν είναι λιποταξία. Είναι ανάγκη και εσωτερική προσταγή. Αυτοφροντίδα….

Αυτά θυμήθηκα, αυτά σκέφτηκα εκεί στα πιο δύσκολα όπου η ζωή μέσα σε ένα λεπτό φάνταζε δυσβάσταχτη…κι έκλεισα.

Όχι για πολύ…ξέρω η ζωή τρέχει για όλους. Η ζωή δεν περιμένει. Μα για ένα Σαββατοκύριακο, για μια μέρα έστω, ελάτε να τα κλείσουμε όλα…

Και αντί για το «πρέπει» να στρίψουμε δρόμο και να πάμε στη θάλασσα να τρυγήσουμε ήλιο. Να ακούσουμε τον νανουριστικό της ήχο. Να νιώσουμε τον ήλιο στο σώμα ξαπλωμένοι εκεί στην μαλακή άμμο…

Να βράσουμε μπόλικο νερό κι αντί για καφέ να μας φροντίσουμε με ένα μυρωδάτο ρόφημα με βότανα και φρούτα. Με την ωραία μυρωδιά να μας γαργαλά τη μύτη. Ας κλείσουμε τηλέφωνα και τηλεοράσεις κι ας ανοίξουμε επιτέλους το ράδιο κι ίσως και να χορέψουμε μόνοι εκεί στο σαλόνι. Να στροβιλιστούμε σαν τρελά ξωτικά όπως τότε που ήμασταν έφηβοι θυμάστε; 

Να ακούσουμε τη σιωπή του χιονιού σε μια λαμπερή ημέρα και το βρυχηθμό του αέρα πάνω από τα δέντρα μια άγρια νύχτα! Να κουλουριαστούμε στα ζεστά μας σκεπάσματα και να κλάψουμε που έχουμε αυτό το υπέροχο προνόμιο να νιώθουμε ασφαλείς…έστω για λίγο! Να σταθούμε για δυο λεπτά και να παρατηρήσουμε τον βολβό που ξεμυτίζει.  Πιστός στο κάλεσμα της Άνοιξης μέσα του….και να αναρωτηθούμε…εσύ; Εσύ, πότε άκουσες αυτό το κάλεσμα μέσα σου; Πότε το εμπιστεύτηκες τελευταία φορά χωρίς να προσπαθήσεις να το ελέγξεις; «Όχι τώρα δεν προλαβαίνω έλα αργότερα…αργότερα, αργότερα…»

Κι έρχεται το αργότερα και Θεέ μου έχω να γράψω ένα άτσαλο ποίημα από τότε που ήμουν ερωτευμένη….αιώνες πριν. Κι έχω να ζωγραφίσω από τότε που ήμουν παιδί και δεν με ένοιαζε αν ζωγράφιζα καλά. Απλά ζωγράφιζα! Απλά…να τη πάλι η μαγική λέξη. Απλά χωρίς προσδοκίες, χωρίς περιορισμούς, χωρίς πλαίσιο! Θυμάσαι; Ελάτε να δώσουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας να γράψουμε ένα ανόητο ποίημα γιατί παρόλο που δεν είμαστε ποιητές, είμαστε δημιουργοί! Ελάτε να ζωγραφίσουμε με νερομπογιές και να κλάψουμε πάνω από τη ζωγραφιάς μας και τα δάκρυα μας να εμπλουτίσουν το άτσαλο δημιούργημα μας με συναίσθημα! Ελάτε να περπατήσουμε ξυπόλητοι στην άμμο, στο χιόνι, στη λάσπη, να ανοίξουμε το στόμα για να καταπιούμε μια σταγόνα βροχής,  χωρίς να κοιτάξουμε δεξιά αριστερά αν μας βλέπει κανείς…Ας μας βλέπει. Ας γελάσουμε μαζί του. Ας απαλλαγούμε από το βάρος της ενήλικης εικόνας μας. 

Για λίγο μόνο…για λίγο μα για το Θεό ας το κάνουμε πριν τρελαθούμε!

Πριν τρελαθούμε από όλη αυτή την εμμονή και το θυμό. Το θυμό που κρύβει τη θλίψη, το πένθος, την απώλεια. Ας κλείσουμε τα ιντερνετικά παράθυρα για λίγο κι ας ανοίξουμε τα παράθυρα του σπιτιού. Της καρδιάς. Των ματιών. Των αισθήσεων μας. Ας απολαύσουμε το πέταγμα ενός πουλιού, τη θέα ενός χιονισμένου βουνού πάνω από μια σιωπηλή θάλασσα, 

τη μυρωδιά του φρεσκοψημένου κέικ που μόλις βγήκε από το φούρνο, 

τα γέλια των παιδιών καθώς γυρίζουν από το σχολείο φορτωμένα με τις χρωματιστές τους τσάντες, τους ψαράδες να ξεμπλέκουν τα δίχτυα μια ηλιόλουστη χειμωνιάτικη ημέρα, 

το μπουμπούκι μιας μωβ βιολέτας, τις σκιές που γεμίζουν τον πράσινο τοίχο τα φωτεινά πρωινά, 

ένα υγρό φιλί, ένα τραγούδι στο αμάξι πηγαίνοντας στη δουλειά, την πρώτη γουλιά του πρωινού καφέ,

ένα ζεστό ντους μετά από μια δύσκολη μέρα, ένα λυτρωτικό κλάμα, ένα γάργαρο γέλιο, ένα απαλό άγγιγμα στον κορμό ενός δέντρου, που φαίνεται ξερός μα μέσα του κυλά η ζωή με υπέροχη ορμή. Με μια αναπάντεχη δύναμη, με την σοφία αιώνων…

Δεν είναι όλα όπως φαίνονται και καμιά φορά μπερδευόμαστε. Όλοι μας. Κι είμαστε όλοι κουρασμένοι πολύ. Γι’ αυτό για  λίγο μόνο ας κλείσουμε τα μάτια  κι ας αφεθούμε να αφουγκραστούμε την ζωή με αισθήσεις ξεχασμένες.

Ας κάνουμε αυτό το δώρο στον εαυτό μας…Για ένα μόνο Σαββατοκύριακο. Για μια ημέρα, για λίγες ώρες…Ας  δραπετεύσουμε για λίγο εκεί που παλιά ζούσαμε. Στην απλότητα των  παιδικών μας ονείρων. Σε μέρη που δεν μπορεί κανείς να μας βρει… Στην μήτρα μιας μάνας που είναι αθάνατη. Άφθαρτη. Παντοτινή κι ανέγγιχτη από την δυσβάσταχτη αλήθεια μας. Ας θυμηθούμε εκείνο το τρυφερό λίκνισμα, μέσα στη ζεστή της ασφάλεια. Ελάτε κι αργά, πολύ αργά ας κλείσουμε τα μάτια...

Καλημέρα αγαπημένοι.